Οι άνθρωποι που ασχολούνται ταυτόχρονα με τα εύκολα και τα δύσκολα, τα βαριά και τα ελαφρά, την επιφάνεια και το βάθος και πείθουν, είναι για εμένα οι πιο θαυμαστοί. Παρατηρώ ότι έχει γίνει ένα είδος παράξενης, ανεξήγητης τάσης το να προσπαθούμε όλοι να πείσουμε ότι είμαστε και του αλωνιού και του σαλονιού, και ότι είναι μια κάποια μαγκιά να εντρυφούμε σε όλα, ενώ αυτό δεν γίνεται χωρίς κάποτε να φαινόμαστε έστω λίγο καταγέλαστοι – σε κάποια από αυτά τα “όλα”. Δεν μπορεί πολύς κόσμος να τηλεφωνεί σε μέντιουμ για επίλυση αισθηματικών και την ίδια στιγμή να εντρυφεί στη φιλοσοφία χωρίς κάτι από τα δύο να γίνεται για ξεκάρφωμα, ή από το άγχος του ανήκειν. Λίγοι καταφέρνουν το “και μπουζούκια και ροκενρόλ” χωρίς σε μια από τις δυο σκηνογραφίες να φαίνονται παράταιροι. Πόσοι να είναι αυτοί που απολαμβάνουν το trash και να γράφουν δοκίμια με την ίδια συνέπεια. Για κάποιους μια τέτοια περίπτωση, ανθρώπου δηλαδή επαμφοτερίζοντος, ήταν η Μαλβίνα, για εμένα ήταν πάντα ο Κωστής Παπαγιώργης και αργότερα, από τους όσους γνώρισα, ο Νικόλας.
Φυσικά το πέρασα και εγώ, ήταν από το άγχος του ανήκειν – να ας πούμε νομίζω δεν έπεισα ως θεατής πειραματικών παραστάσεων (… και αν έχω δει τέτοιες φίλοι μου) και θαμώνας Galaxy.
Αυτό μου άρεσε πάντα στην Kate Moss, το έβρισκα ανακουφιστικό τρόπον τινά: δεν πάσχιζε να είναι απ’όλα. Το “ένα κορίτσι από μια λαϊκή περιοχή εκτός Λονδίνου που παράτησε το σχολείο επειδή της άρεσε η μόδα, τα πάρτυ, το αλκοόλ, αργότερα και τα ναρκωτικά, ενίοτε και οι λάθος άντρες, και το να γυρνάει σπίτι ξημερώματα” της αρκούσε. Σπανίως έδινε συνεντεύξεις (never complain never explain ήταν ο κανόνας της), όποτε έδινε όχι μόνο δεν προσπαθούσε να πει εξυπνάδες αλλά εκστόμιζε και πράγματα εξοργιστικά (nothing tastes as good as skinny feels), δεν πολυνοιαζόταν τι κακό θα κάνει η ηλιοθεραπεία και το ποτό στο δέρμα της γιατί μια ζωή την είχε, δεν αγωνιούσε να αποδείξει πως είναι από τα μοντέλα που διαβάζουν, δεν κατέφυγε στην εξιλέωση που προσφέρει πάντα απλόχερα η μητρότητα σε κάθε περιπεσούσα γυνή μετά τα σκάνδαλα με την κοκαΐνη, δεν προσπάθησε να επανεφεύρει τον εαυτό της ως φιλάνθρωπο ή ως new age guru όταν το προφίλ της επλήγη και γενικά υπήρξε πάντα λίγο “άνθρωπος της ήσσονος προσπάθειας”.
Ταπεινή καταγωγή και αδιαπραγμάτευτη επιφάνεια βέβαια δεν εμπόδισαν προσωπικότητες σαν τους Lucien Freud, Allen Jones, Gary Hume, Marc Quinn και David Bailey να τη θέλουν για μούσα και έμπνευση και να περιστρέφουν μια κάποια ποσότητα της τέχνης τους γύρω από την ελαφρότητά της, σαν τις πεταλούδες γύρω από τη λάμπα – φυσικά και δεν τους εμπόδισαν, μπορεί αντιθέτως και να τους πείσμωσαν – θα μου πεις, εδώ ερωτευόμαστε ανθρώπους που δεν εκτιμάμε και χάνουμε για εκείνους τον εαυτό μας κάθε μέρα. Μερικές φορές δεν έχει σχέση η αρχική λάμψη που θα σε τραβήξει με το τι θα βρεις όταν πάρεις τον δρόμο προς τα μέσα, γιατί η λάμψη αυτή μια στο τόσο είναι ανίκητη.
“Ακούγεται χαζό αλλά με παρέσυρε. Ήταν ομιλητική και αστεία και θυμάμαι να κάθομαι δίπλα της και να έχει σταματήσει η καρδιά μου” ήταν οι λέξεις που χρησιμοποίησε πρόσφατα ο Mario Sorrenti, αγόρι της Kate και φωτογράφος στην αρχή της καριέρας του για τη στιγμή που τη συνάντησε πρώτη φορά. Τώρα, μερικές ζωές αργότερα, ο Sorrenti κυκλοφορεί το λεύκωμα Kate με 50 φωτογραφίες (εκτός από πανέμορφες και πολύ προσωπικές, μερκές είναι και αδημοσίευτες) που τραβήχτηκαν πριν την πορεία της προς την απρόσμενη δόξα και οδήγησαν σε αυτήν, καθώς ήταν οι λήψεις που έδωσαν σάρκα και οστά στην καμπάνια του Calvin Klein για το Obsession. “Αν κληθείς να απαντήσεις στην ερώτηση πώς έμοιαζαν τα 90s στην Αμερική, αυτή η εικόνα πρέπει να είναι μια από τις πιο εμβληματικές” έχει πει η φεμινίστρια καθηγήτρια και θεωρητικός Camille Paglia για τις γιγαντοαφίσες που κοσμούσαν λεωφόρους και billboards στις ΗΠΑ ολόκληρο το 1993.
Το βιβλίο μπορείς να το αγοράσεις εδώ