Τις προάλλες καθόμουν στο τρένο απέναντι από μια υπέροχη γυναίκα, και τη χάζευα προφανώς με τέτοια επιμονή που το αισθάνθηκε και γύρισε προς τα εμένα με μια κάποια απορία: ξερόβηξα και κοίταξα έξω από το παράθυρο κάνοντας την αφηρημένη. Μετά όμως, επειδή όπως προείπα ήταν μια υπέροχη γυναίκα, πιο διακριτικά (… ελπίζω) ξαναγύρισα και την παρατηρούσα με τεράστια προσοχή. Είχε τέλεια άκρα, χέρια μπαλαρίνας, πόδια κοριτσιού 18 ετών με τόσο λείο δέρμα, κορμί λαμπάδα που λέμε, οπότε συμπέρανα πως στη ζωή της είχε γυμναστεί ή χορέψει τέλος πάντων, είχε και ψηλό λαιμό, μια γαζέλα. Μετά, με αμείωτη σχολαστικότητα, την κοίταξα και στο πρόσωπο, και το πρόσωπο ήταν όμορφο μεν, πρόσωπο μιας αρκετά μεγαλύτερης γυναίκας σε σχέση με το σώμα δε, αλλά μιας γυναίκας που μπορούσες να τη φανταστείς πώς ήταν μικρότερη, αν με πιάνετε. Είχε ακόμα μια νεότητα πώς να το πω. Και σκέφτηκα εντελώς αυτόματα (μην κοιτάτε που τόση ώρα φλυαρώ, ήταν από τις πρώτες σκέψεις), επειδή για σπα και περιποιήσεις τρελαίνομα, δεν είναι κρίμα που δεν είμαι ειδικός, να της έσβηνα μερικές ρυτίδες και μερική ταλαιπωρία και μερική φωτογήρανση; Τότε τα χαρακτηριστικά της, που ήταν λίγο κρυμμένα κάτω από ένα δέρμα που δεν της άξιζε, θα έλαμπαν. Δεν θα το έκανα, δηλαδή, για να φαίνεται 20 χρονών: θα το έκανα για να μην υπονομεύεται η ομορφιά της.
Μια φίλη μου είπε “όλοι οι άνθρωποι είναι πιο όμορφοι όταν μεγαλώνουν”. Της λέω, οι άντρες εννοείς (… τόσο έχω εμποτιστεί από τα κλισέ). Και απάντησε, “όχι, όλοι οι άνθρωποι. Γίνονται πιο ωραίο μεγαλώνοντας”.
Στην εβδομάδα μόδας του Μιλάνου, η στιγμή που βγήκαν στην πασαρέλα αυτές οι σούπερ γυναίκες (που την εποχή που μεσουρανούσαν τις λέγαμε ατυχώς μοντέλα, γιατί στην πραγματικότητα ήταν σούπερ γυναίκες), ήταν σημειολογικώς βαθύτερη από μια κοσμικότητα. Στις πασαρέλες περπατάνε εκατοντάδες όμορφα κορίτσια, με τα σώματά τους στην καλύτερή τους φόρμα και το μακιγιάζ τους προσεγμένο όσο ποτέ, με το περπάτημά τους προβαρισμένο τόσες φορές που ξέρουν ακόμα και ποια πτυχή πρέπει να κάνει το ρούχο, κορίτσια με όλες τις καμπύλες του σώματός τους ψηλά, όχι λόγω σκληρής προσπάθειας, αλλά λόγω φύσης, κορίτσια που δεν ανησυχούν για το τι θα δουν στον καθρέπτη μετά από ξενύχτι. Τότε, γιατί αυτές, γιατί ακόμα μετά από τόσα χρόνια;
Το σκέφτηκα, και η απάντηση πιστεύω ότι είναι ο Μύθος, που δεν μπορείς να του αντισταθείς, δεν μπορείς να μην τον παραδεχτείς και δεν μπορείς να του απαγορεύσεις να έχει το εφέ της Έκλειψης, ακόμα και προσωρινής, στα πέριξ. Ο μύθος είναι αυτός που επηρεάζει τις ανθρώπινες βαρύτητες, τη στιβαρότητα και τη γοητεία. Και αν αυτές οι γυναίκες χρειάζονται γυμναστικές, θεραπείες, περιποιήσεις, νυστέρια και βουντού γιατί έχουν αποφασίσει να τον συντηρήσουν, ας γίνει έτσι.
Εκτός από Το Γεγονός, είχε και ρούχα η εβδομάδα μόδας του Μιλάνου. Ρούχα που δεν αλλάζουν τον ρου της μοδιστικής ιστορίας, γιατί οι Ιταλοί δεν ποντάρουν στην εκκεντρικότητα και τους σχεδιαστικούς νεωτερισμούς, αλλά είναι ρούχα που φοριούνται. Αν ως μεμονωμένα κομμάτια σου φαίνονται “ρούχα που βρίσκεις σε μπουτίκ αεροδρομίου”, σκέψου ότι με το σωστό styling μπορούν να ζωντανέψουν, να όπως εδώ:
Η επίδειξη της Donatella ήταν ένα homage στον αδερφό της, και, συγκινητικό ήταν επέλεξε να (ξανα)ανεβάσει στον διάδρομο αυτό της ματαιοδοξίας μερικά εμβληματικά designs του οίκου Versace. Τι μου θύμισες δηλαδή, με τα νεαρότερα μοντέλα να χάνουν κατά κράτος στο Who Wore It Better. Ωραίο ήταν, ξαναγύρισα στην εποχή που τη μόδα δεν τη βλέπαμε τόσο κυνικά, ούτε τόσο να ‘χαμε να λέγαμε γιατί νομίζαμε πως θα ζούσαμε ευδαιμονικά και ηδονιστικά όπως τότε που ακόμα ήμασταν teens.
To γουεσαντερσονικό on acid σύμπαν που προέκρινε η συλλογή Gucci έδωσε ένα εντυπωσιακό αποτέλεσμα, με χρώμα και αναφορές σε πολλές δεκαετίες – είχαμε ταινία Wes αν γυριζόταν στα 60, στα 70s και τα 80s με αντίστοιχο art direction. Πολλά ρούχα που να είπα αχ Παναγίτσα μου να είχα λεφτά να τα παρήγγειλα με φορτωτική δεν είδα, αλλά και το όνειρο δεν είναι λίγο.
… αντιθέτως, είδα πολλά τέτοια στη συλλογή του Alessandro Dell’ Acqua για το No 21. Είχε πάρα πολύ από το αγαπημένο μου nude, συνδυασμούς “από πάνω Τσάι Στη Σαχάρα από κάτω Μουλέν Ρουζ” (και σκοτώνω για τέτοια δίπολα ε;) και τονισμένες μέσες με φούστες κάτω από το γόνατο. Η τονισμένη μέση (τελευταία λέξη για το 2018) όταν από πάνω της ρίχνεις μια φαρδιά cosy που λένε στο χωριό μου ζακέτα, και καλά για ξεκάρφωμα, με ξετρελαίνει.
Και τα Bottega Veneta είναι φτιαγμένα με νούμερο ένα στόχο να φοριούνται, και μάλιστα οι γραμμές της φούστας δείχνουν πολύ άνετες. Και πάλι παίξανε εδώ με δέρμα και σουέντ, και πάλι δόθηκε έμφαση σε αξεσουάρ, ζώνες, τσάντες, γυαλιά ηλίου, κοσμήματα σαν αυτό το διακριτικούλι με την πεταλούδα και κάτι φοβερά παπούτσια που μην τα περάσετε ντούκου παρακαλώ. Δεν έχω πολλά να πω εδώ, αλλά τα φορούσα όλα και στην τελική τι θέλουν οι οίκοι; Κάποιον σαν εμένα να εγκρίνει, να πει “τα φοράω όλα” και να αγοράσει.
Ονομάζω το πνεύμα των φετινών Prada “προσκοπικό σικ” και είμαι σε απόλυτη σύμπνοια με τους ανθρώπους που είπαν να χρησιμοποιήσουν μαύρο, γκρι, καφέ και λίγο λεοπάρ και λαχανί. Διακρίνω και εδώ πέρα μια προτίμηση προς τις μη εφαρμοστές γραμμές (μπορείς δηλαδή να τα βάλεις να πας για κανα φαΐ) καθώς και στους γιακάδες ως αξεσουάρ, και αυτά τα τιμώ.
Όσοι σκεφτήκατε ότι τα ρούχα Fendi είναι εδώ για τη ρίγα, σωστά σκεφτήκατε. Για τη ρίγα και το καλτσάκι.