Την εποχή που οι περισσότεροι έχουν γνώμη ειδικού περί μουσικής και κουνάνε σαν αρχιμανδρίτες το δάχτυλο στην πλέμπα κηρύσσοντας τι πρέπει να ακούς αν θες να περάσεις τις Πύλες του μουσικού Παραδείσου, υπάρχει κάποιος εκεί έξω που μας βγάζει όλους από τη δύσκολη θέση επιλογής στρατοπέδου και που σου δίνει άνετα το boarding pass. Αρκεί να πεις το όνομά του κι ανεβαίνεις επίπεδα γαματοσύνης, φοράς τ’ ακουστικά, δυναμώνεις ενστικτωδώς τον ήχο, όταν πετυχαίνεις τραγούδι στη λίστα σου κι αποκλείεται να μη σου αρέσει εκτός κι αν είσαι cyborg.
Από την Κωνσταντίνα Παρασκευά
Εδώ, αυτή που σου γράφει, κάνει ένα βήμα μπροστά κι εξομολογείται πλήρη αμουσία σε θέματα που περιέχουν παρτιτούρες και νότες –δηλαδή ’ντάξει μικρή είχα κάνει πιάνο, κιθάρα – δεν είμαι αυτό που λένε music person, δεν θυμάμαι ποτέ τίτλους τραγουδιών και στίχους και παραμένω εφηβικά ρομαντική σαν αυτές που συνδέουν τη μουσική μ’ αγόρια που κατά καιρούς τους έχουν γράψει κασέτες, cd, mixtape ή τους τα σερβίρουν πλέον στο Dropbox τους.
Στο τέλος όμως αυτού του αλλά, υπάρχει φωτογραφία εκείνου του εξωγήινου με τα κόκκινα μαλλιά και την αστραπή στο μάτι, γιατί αυτό ακριβώς είναι ο David Bowie μια ηλεκτρική εκκένωση, ένα φαινόμενο, που δεν εξηγείται με όρους μουσικής, φυσικής, γενετικής ή κοινωνιολογίας, που κατορθώνει εδώ και χρόνια να ορίζει την καινοτομία και να επινοεί την αβανγκάρντ είτε πάνω σε πεντάγραμμα είτε μέσα από κοστούμια είτε έξω από σεξουαλικές ταυτότητες. Κι επειδή οι γονεϊκές μνήμες είναι το χέρι που πλάθει κατά ένα μέρος αυτό που θα γίνεις στην πορεία, μεγαλώνοντας με μια μαμά που πέρασε όλη τη δεκαετία του 70 με μαλλί Ziggy Stardust και γρατζουνώντας όλη μέρα στο πικ απ τα Space Oddity, The Rise and Fall of Ziggy Stardust And The Spiders From Mars, Station to Station, Let’s dance, από πολύ μικρή είχα την τύχη να μυηθώ στην αλητεία του Λευκού Δούκα, το μόνιμο φλερτ με την εκκεντρικότητα, την τέχνη τού να είσαι απλά ο εαυτός σου, ακόμα κι όταν μιμείσαι τα πρότυπα σου (Iggy Pop, Mick Jagger, Lou Reed), ακόμα κι όταν είσαι ο πιο versatile καλλιτέχνης όλων των εποχών.
Προφανώς κι είμαι η τελευταία στη λίστα, που θα έγραφε κριτική για το νέο του album ή την καριέρα του στο σύνολο -το αφήνω στους μουσικά πεφωτισμένους εξάλλου – μα αν είχα την τύχη να φορώ καπέλο σαν εκείνο που σχεδίασε η Natasha Kornilov για το Ashes to Ashes, θα το πέταγα πανηγυρικά στον τύπο, που με τόση συνέπεια εδώ και τόσες δεκαετίες κατορθώνει να βάζει στα δισκάδικα όλους, ακόμα κι ουδέτερα φορτισμένους σε μελωδικά ακούσματα -σαν και του λόγου μου- για να χαϊδέψουν και να αγοράσουν παλιά του βινύλια ή να μπουν στη διαδικασία να κατεβάσουν τα νέα του singles και albums. Κι αυτό είναι ο τσαμπουκάς της τέχνης του Bowie, βάζει στο μίξερ του μυαλού του την καλτ ποπ κουλτούρα του κι ανάλογα την δεκαετία την αναδεύει από τη psychedelic folk μέχρι το glam rock από τη soul, και τη funk μέχρι την electronica, στη σερβίρει και χωρίς να το σκεφτείς καθόλου, λες άσπρο πάτο ζητώντας αχόρταγα κι άλλο, 50 ολόκληρα χρόνια μετά ακόμα κι αν κάποιες φορές –κυρίως εκεί στη δεκαετία του 80- είχε χάσει για λίγο, κάτι από τη μουσική του αίγλη .
Μετά από δέκα χρόνια ο Bowie ξεσκονίζει τα μουσικά κλειδιά του κυκλοφορώντας το νέο του album The Next Day. Έτσι, το Μουσείο Victoria and Albert στο Λονδίνο, επιθυμώντας να κάνει αναδρομή στην καριέρα του και στην επιρροή του σε όλο το φάσμα των διαφορετικών ειδών τέχνης, συνθέτει ένα κολάζ από 300 προσωπικά αντικείμενα του καλλιτέχνη, ταινίες, κοστούμια – όπως του Ziggy Stardust που σχεδιάστηκαν από τον Freddie Burretti, από τον Kansai Yamamoto για την περιοδεία του άλμπουμ Aladdin Sane, το παλτό Alexander McQueen για το εξώφυλλο του Everything – φωτογραφίες, σελίδες από το ημερολόγιο του κι άλλα χειρόγραφα σημειώματα, παρτιτούρες, μουσικά όργανα και φυσικά γραφιστική δουλειά για τα εξώφυλλα άλμπουμ του – όπως το εξώφυλλο του Ziggy από τους Guy Peellaert και Edward Bell. Με τίτλο λεζάντας «David Bowie is» και πρώτο όνομα φυσικά τον ίδιο, το V&A σε μια εύτολμη προσπάθεια να ορίσει τι είναι το φαινόμενο Bowie, κατορθώνει να πουλήσει εισιτήρια σε ταχύτητα πού ξεπερνούν το φράγμα του ήχου, πρωτοφανή για οποιαδήποτε άλλη έκθεση και της χαρίζει το ρεκόρ στην ιστορία του Μουσείου.
Ο Bowie φαίνεται πώς μέσα από την οφθαλμική του διχρωμία πετυχαίνει να βλέπει τα πράγματα από δυο οπτικές γωνίες, τη μια γειωμένη στα ανθρώπινα και την άλλη απόκοσμη στο δικό του πλανήτη , χτίζοντας περσόνες, κι επηρεάζοντας όσο κανένας άλλος όχι μόνο τον κόσμο της μουσικής, μα διάφορες μορφές Τέχνης, από Γραφιστική μέχρι Μόδα, αλλά και την καθημερινότητα μέσα από το χώρο της Διαφήμισης μέχρι τον σχεδιασμό video games. Πιθανόν, αν όντως υπάρχει εκείνος ο Μουσικός Παράδεισος, να τον δεις, αναπαυτικά καθισμένο στο θρόνο μέσα στο κομψό πράσινο Thierry Mugler κοστούμι του να πετά κεραυνούς στα εγκόσμια, όταν δεν τριγυρνά στην Κόλαση ντυμένος ανδρόγυνα, φορώντας kitten heels, κάνοντας αλητείες με τα αλλοτινά του πρότυπα .
Info: David Bowie is
Victoria and Albert Museum
23 March – 11 August 2013
In partnership with Gucci. Sound experience by Sennheiser
Photos: nytimes.com, metro.co.uk, digitalspy.co.uk