H παρενόχληση που έχεις συνηθίσει

Το κείμενο δημοσιεύτηκε στο Popaganda, και φυσικά είναι ακόμα επίκαιρο

Πιστεύω πως μιλάω, αν όχι για όλες μας, τουλάχιστον για ένα μη αμελητέο ποσοστό του γυναικείου πληθυσμού, όταν λέω ότι “το περιρρέον κλίμα” ήταν σχετικά σαφές από νωρίς: από τότε που το x αγοράκι στο σχολείο θα σε έσπρωχνε ή θα σου τραβούσε τα μαλλιά ή θα σου σήκωνε τη φούστα, και, στα παράπονά σου, η μαμά ή/και η γιαγιά σου θα απαντούσαν με πονηρό χαμόγελο “ε, μπορεί να του αρέσεις, για αυτό τα κάνει αυτά”. Εσύ, βέβαια, είχες νιώσει άσχημα.

Όσο μεγάλωνες, οι βλακειούλες άλλαζαν περιεχόμενο και περιελάμβαναν ανεξάντλητα αστειάκια των συμμαθητών με άγαρμπο επίκεντρο το σώμα σου ή το σεξ, κουτσομπολιά για τις “εύκολες” του σχολείου, τυχαία χουφτωματάκια στα λεωφορεία, περπάτημα στο πεζοδρόμιο συνοδεία δίκυκλου που έκανες ότι δεν βλέπεις, λάγνα βλέμματα και μικροχυδαιότητες από πολύ μεγαλύτερους άνδρες στον δρόμο και άλλες συμπεριφορές που είχες μάθει να δέχεσαι ως κάτι σύνηθες και ελαφρύ, ως κάτι με το οποίο έπρεπε να συμφιλιωθείς και να συμπορευτείς. Αν και, πού και πού, ένιωθες άσχημα.

Μετά, ήρθε η δουλειά, η παραγωγικότητα, το ωράριο, το άγχος και η ρουτίνα – ακόμα και μέσα στο άγχος και τη ρουτίνα όμως, πάντα βρισκόταν κάποιος που θα σε φωνάξει “ομορφούλα” στους διαδρόμους, που θα σε κρατήσει λίγο παραπάνω το βράδυ στο γραφείο και μετά θα σου προτείνει να πιείτε ένα ποτό ή που θα ακουμπήσει τον ώμο ή τη μέση σου περνώντας από δίπλα σου χωρίς ο βαθμός της μεταξύ σας οικειότητας να δικαιολογεί κάτι τέτοιο. Κατά περίπτωση, προσπαθείς να πείσεις τον εαυτό σου ότι είσαι υπερβολική όμως η αλήθεια είναι πως, βασικά, νιώθεις άσχημα.

Για κάθε “έλα μωρέ πώς κάνεις έτσι”, για κάθε “καλά, είσαι σίγουρη;”, για κάθε αμφιλεγόμενη συμπεριφορά με αποδέκτη εσένα, εσύ είχες να αντιτάξεις ένα, ανεπαρκές, πίστευες, “μα αφού με έκανε να νιώσω άσχημα”. Και όμως, το πώς αισθάνθηκες εσύ, το ότι εσύ ΔΕΝ ΗΘΕΛΕΣ, είναι στην πραγματικότητα το μοναδικό κριτήριο, το όριο που ξεχωρίζει το ευπρόσδεκτο φλερτ από την ανάρμοστη συμπεριφορά, και την αβίαστη γνωριμία δυο ανθρώπων από την άσκηση πίεσης του ενός προς τον άλλον: μια πίεση που έχει να κάνει με σωματική υπεροχή, θέσεις εξουσίας ή απλά μια αίσθηση δικαιώματος που υπάρχει διάχυτη στις κοινωνικές συναναστροφές, ενός δικαιώματος που ποτέ δεν είχες δώσει. Ούτε ρητώς, ούτε με τη φιλική/ευχάριστη/ευγενική συμπεριφορά σου, ούτε, φυσικά, με τα ρούχα σου.

Αν οι γυναίκες σιωπούν, ή “δεν το κάνουν θέμα” δεν είναι επειδή έχουν αμφιβολίες περί του τι συμβαίνει – όχι, μέσα μας σχεδόν πάντα ξέρουμε: είναι επειδή γνωρίζουν πως ζουν σε ένα περιβάλλον εκπαιδευμένο να μην τις πιστέψει και έτοιμο να στρογγυλέψει τις διαμαρτυρίες τους, να τις απορρίψει ως υπερβολές, ή, στη χειρότερη περίπτωση, να ενοχοποιήσει τις ίδιες. Το victim blaming είναι τόπος κοινός σε ένα continuum ανάρμοστων συμπεριφορών, από την παρενόχληση μέχρι τον βιασμό, και προέρχεται τόσο από άντρες όσο και από γυναίκες, επειδή όλοι μας, άντρες και γυναίκες, ανατραφήκαμε μέσα σε πατριαρχικές δομές που μοίρασαν άνισα επιείκεια και αυστηρότητα σε αγόρια και κορίτσια.

——————————————————————————————————————–

Στο χάος των καταγγελιών κατά του Harvey Weinstein που χωρίς υπερβολή άλλαξαν τον ρου της ιστορίας, η ιστορία που με είχε εντυπωσιάσει περισσότερο από όλες τότε είναι εκείνη της Asia Argento, που την ξαναθυμήθηκα και λόγω και των ιστοριών που διάβασα χθες για τα θύματα του Marilyn Manson, και λίγο πριν για την FKA Twigs και τον Shia LaBeouf – περιπτώσεις με πολύ διαφορετική αφετηρία, βέβαια, αλλά και μοναδικό ίσως κοινό σημείο ή και pattern τη (μακρο)χρόνια σχέση με τον κακοποιητή, από την οποία οι γυναίκες δεν μπορούσαν να ξεφύγουν. Η σχέση είναι που προσωπικά μού προκαλεί τον μεγαλύτερο προβληματισμό.

Η έναρξη της ιστορίας μοιάζει με όλες τις υπόλοιπες – ο παραγωγός καλεί την, 22 ετών τότε, ηθοποιό στο δωμάτιο του ξενοδοχείου του για ένα πάρτυ στο οποίο τελικά είναι η μοναδική καλεσμένη, ο οικοδεσπότης φεύγει για λίγο από το δωμάτιο και επιστρέφει φορώντας μια ρόμπα. Της ζητάει να του κάνει ένα μασάζ, εκείνη, απρόθυμα, του κάνει, και μετά ο Weinstein “της σηκώνει τη φούστα, της ανοίγει τα πόδια και επιδίδεται σε στοματικό σεξ, το οποίο εκείνη δεν μπορεί να αποκρούσει, λόγω του όγκου του παρόλο που του λέει ρητώς να σταματήσει”. Η συνέχεια της ιστορίας είναι ακόμα πιο εφιαλτική και δεν εξαντλείται στις ενοχές του θύματος, που σκεφτόταν, φυσικά, τι θα έπρεπε η ίδια να είχε αποφύγει για να μη βιαστεί. Η φρίκη απλώνεται χρονικά και στη μετέπειτα ζωή της, με τον βιαστή της να γνωρίζει την οικογένειά της, να τη βοηθάει οικονομικά και να έχει σεξουαλικές σχέσεις μαζί της, επειδή εκείνη ένιωθε πως δεν μπορούσε πια να πει όχι, γιατί δεν είχε σημασία πλέον. Αναπτύσσεται δηλαδή μεταξύ τους μια περίπλοκη σχέση θύτη και θύματος, ένα είδος συνδρόμου Στοκχόλμης, με την παραίτηση και την υποταγή να δεσπόζουν στην ψυχολογία μιας δυνατής γυναίκας, που πρώτον φοβόταν για την καριέρα της και δεύτερον, και εφιαλτικότερον, θεωρούσε ότι δεν είχε νόημα να αντιστέκεται γιατί το κακό είχε γίνει: “μετά τον βιασμό, ένωθα ότι νίκησε”.

Η περίπτωση της Argento (η οποία, φυσικά, αφότου μοιράστηκε την ιστορία της ήρθε αντιμέτωπη με το αναπόφευκτο slut shaming στην πατρίδα της) είναι ιδιαίτερη ως ενδεικτική της ψυχολογικής κακομεταχείρισης, ένα case study της συναισθηματικής ήττας που συμπορεύεται με τη σωματική σε κάθε βιασμό. Εκείνο που εξασφάλισε τη σφραγίδα σιωπής ήταν το συνοθύλευμα τραύματος, ενοχής, πτώσης και παράδοσης κάτω από την ισοπεδωτική ισχύ του θύτη.

——————————————————————————————————————–

Η συγκεκριμένη περίπτωση είναι σημαντική και επειδή μας εξαναγκάζει, πιάνοντάς μας από τον λαιμό, να έρθουμε σε επαφή με τον εωτερικευμένο μισογυνισμό μέσα μας και τις αγκυλώσεις που έχει επιβάλει στην αντίληψη των πραγμάτων.

Τη στιγμή, που στο μυαλό μας, όπως και στο μυαλό του περισσότερου κόσμου, έρχεται εκείνο το απρόσκλητο “ε, και αυτή τι το έκανε το μασάζ”, ή το δύσπιστο “μπερδεμένη ιστορία”, ή ακόμα και το “τι βιασμός, το στοματικό σεξ δεν είναι διείσδυση” (γράφτηκαν τότε από ιταλικές εφημερίδες), ή, αυτές τις μέρες, το “μα ο Manson και η Evan Rachel Wood ήταν αρραβωνιασμένοι” ίσως πρέπει να θυμηθούμε όλες τις φορές που φιλήσαμε κάποιον χωρίς να έχουμε αποφασίσει αν μας αρέσει, μόνο και μόνο επειδή επέμεινε λίγο παραπάνω, ίσως και τις φορές που, ενδεχομένως, κάναμε σεξ χωρίς να έχουμε αποφασίσει αν το σεξ τη δεδομένη στιγμή ήταν καλή ιδέα, μόνο επειδή βρεθήκαμε μόνες με κάποιον που επέμεινε λίγο παραπάνω. Ίσως πρέπει, επίσης, να σκεφτούμε τι θα κάναμε αν το σεξ ήταν, επιπλέον, συνδεδεμένο με άλλες πτυχές της πραγματικότητάς μας όπως η αναγνωρισιμότητα, η δουλειά και ένα πανίσχυρο ανδροκρατούμενο κύκλωμα όπως το Χόλιγουντ.

Η σεξουαλική παρενόχληση είναι πιο κοντά σε εμάς τους “απλούς ανθρώπους” από όσο νομίζουμε, και αν για να πέσει φως πάνω της χρειάζεται να ξεκινήσει η συζήτηση από τους “πλούσιους και διάσημους”, ε τότε ας γίνει έτσι.

Υ.Γ. Μήνες μετά το κείμενο αυτό, η Argento κατηγορήθηκε για τη σεξουαλική παρενόχληση 17χρονου ηθοποιού, δίνοντας στο saga τη για πολλούς αναμενόμενη διάσταση τού “ο κακοποιητής έχει πολύ συχνά υπάρξει κακοποιημένος” (τη “διευθέτησε” πληρώνοντας στι θύμα ένα καθόλου ευκαταφρόνητο ποσό).

Leave a Reply

Your email address will not be published.