3. Kendrick Lamar – To Pimp A Butterfly
Πώς μπορεί ένας λευκός ευρωπαίος άντρας να ακούει χιπ-χοπ; Εντάξει μπορεί αλλά γιατί να το κάνει; Και αν το κάνει τι μπορεί να νοιώσει, πόσο μπορεί να ταυτιστεί, τι έχει να του πει; Αν εξαιρέσουμε κάποιους που θεωρούν cool να αποκαλούν τον φίλο τους τον Τάκη, “ρε μαν” , εμείς οι υπόλοιποι δεν έχουμε hommies, δεν λέμε τις γυναίκες bitchez, δεν φοράμε χρυσές αλυσίδες αν δεν είμαστε από το Ζεφύρι, δεν έχουμε νοιώσει την φυλετική διάκριση, οι παππούδες μας δεν έπρεπε να πάρουν ειδικό λεωφορείο ή να πάνε σε ειδικό εστιατόριο. Και πάνω από όλα δεν μπορούμε να χορέψουμε, ας μην κοροϊδευόμαστε.
Κάποιοι λένε δεν μπορεί. Και σχεδόν δεν εχει δικαίωμα. Το καταλαβαίνω.
Γεννήθηκα μια Δευτέρα απόγευμα στον Κορυδαλλό πριν πολλά χρόνια. Αν είχα γεννηθεί στη Νέα Υόρκη ή την Φιλαδέλφεια αυτό θα ήταν το νούμερο ένα μου.
[Ξέρω τι είναι το appropriation και προσπαθώντας να είμαι γενικά Σωστή, έχω διαβάσει κιόλας. Γνωρίζω ότι είναι λάθος να κάνω τα μαλλιά μου κοτσιδάκια αλά Τζαμάικα, να φοράω ινδιάνικα φτερά στο κεφάλι (στα editorials των ελληνικών περιοδικών προφανώς η πληροφορία δεν έφτασε ποτέ – αλλά θα μου πεις, εδώ δεν έφτασε στο Coachella) και φυσικά και να ντύνομαι βραζιλιάνα, ινδιάνα, κινέζα, χαβανέζα και τέτοια τις Απόκριες, αν και κάποιες παραδοσιακές φορεσιές τις βρίσκω υπέροχες. Καταλαβαίνω ότι είναι από επιφανειακό ως γελοίο να υιοθετείς αποσπασματικά τμήματα της κουλτούρας ως “διακοσμητικά”, αποκομμένα από τις εμπειρίες που τα γέννησαν, αλλά ρε γαμώτη με τη μουσική τι γίνεται; Είναι δυνατόν να νιώθεις κάπως, και να σου λένε ότι δεν γίνεται να το νιώθεις στα αλήθεια;
Πέραν αυτών, υπέροχος τίτλος, με ευθεία αναφορά στο To Kill A Mockinbird]