H Ζωή Παρασίδη θα σε κάνει να σκεφτείς τα μαθήματα ραπτικής
Πριν από μια πενταετία το να σου πει κάποιος πως «ντύνεσαι σαν θεία» δεν ήταν και το πιο κολακευτικό σχόλιο για το στυλ σου. Έλα μου όμως που η φράση απέκτησε άλλο νόημα για όσες ξέρουν ότι στη γωνία που σχηματίζουν η Θερμοπυλών και η Παραμυθίας στον Κεραμεικό μια THEIA με έφεση στο πάντρεμα μοτίβων, στις ασυμμετρίες, τη δαντέλα και τους κορσέδες με χειροποίητες λεπτομέρειες, υπάρχει ένα νεοκλασικό που φιλοξενεί μια πολύχρωμη εκδοχή της εγχώριας μόδας και σε καλεί να το επισκεφθείς για να μάθεις και εσύ να φτιάχνεις τα δικά σου ρούχα και αξεσουάρ.
Η συγκεκριμένη THEIA ή κατά κόσμον Θεοδώρα Προβοπούλου αγαπά τη βελόνα και την κλωστή, τα εργαλεία δηλαδή που συμβάλλουν στο μαξιμαλιστικό ύφος των ρούχων που φέρουν την υπογραφή της. Η σχεδιάστρια που εκτιμά τις γραμμές του ανερχόμενου διδύμου των Peter Pilotto και θαυμάζει την στυλιστική διεργασία των απαρχών του πανκ κινήματος αποφάσισε να ασχοληθεί με τη μόδα όταν οι σπουδές της στη φιλοσοφία και στα οικονομικά δεν τη συγκίνησαν, όσο τα υφάσματα που έπιασε στα χέρια της, γυρίζοντας από την Αγγλία στην Ελλάδα.
Τα μαθήματα που προσφέρει το σημερινό THEIA Lab ξεκίνησαν από έναν μικρότερο χώρο στην οδό Ιπποκράτους, όταν οι φίλες της θέλησαν να μάθουν αυτό που εκείνη είχε διδαχθεί από πολύ μικρή ηλικία, από τη γιαγιά της που ήταν μοδίστρα. «Αρχικά μεταποιούσα μόνη μου ρούχα και σε συνδυασμό με το γεγονός πως πάντα μου άρεσε να ζωγραφίζω θέλησα να κάνω κάτι που θα είχε σχέση με φόρμα και χρώμα, το ρούχο λοιπόν αποτέλεσε μια ιδανική περίπτωση. Στην πορεία, γνώριζα κόσμο που με θεωρούσε τυχερή επειδή μπορώ να φτιάχνω μόνη μου τα ρούχα μου. Εξηγούσα σε όλους πως δεν είναι κάτι τρομερά δύσκολο, ότι παλαιότερα το έκαναν σχεδόν όλες οι γυναίκες και πως μπορώ να τους μάθω τα βασικά βήματα. Όλα ξεκίνησαν από ένα μικρό γκρουπ που δεν είχε ουσιαστικά πρόγραμμα, αφού υπήρχαν φορές που κάποια θα έφερνε ένα ύφασμα ομπρέλας το όποιο έβρισκε πεταμένο στην παραλία για να το κάνουμε φούστα ή μια παλιά ποδιά που κατέληγε να γίνει ζιπ κιλότ».
Περνώντας μπροστά από τις τζαμαρίες του κτιρίου θα παρατηρήσεις κορίτσια διαφόρων ηλικιών να προσπαθούν να περάσουν τις κλωστές τους στην μηχανή ή να μετρούν με μεζούρες η μία τις διαστάσεις της άλλης. Το πρόγραμμα λοιπόν -που απευθύνεται από απόφοιτους επαγγελματικών σχολών που νιώθουν την ανάγκη να βελτιώσουν την τεχνική τους μέχρι αρχάριους που επιθυμούν να πειραματιστούν με κάτι νέο- περιλαμβάνει σταθερά εκμάθηση πατρόν, ραπτικής και σχεδίου μόδας, αλλά και visual merchandising, κατασκευή τσάντας, εσπαντρίγιας, το νεοαφιχθέν μάθημα κατασκευής κορσέ. Κατά καιρούς, μάλιστα, πραγματοποιούνται μαθήματα παιδικού ρούχου, μακραμέ, πλεξίματος, μίνι αργαλειού, ακόμη και ένα σεμινάριο για καπέλα με την δεξιοτέχνη του είδους, Κατερίνα Καρούσου.
Γιατί όμως να μπλεχτεί κανείς με χάρακες, ψαλίδια, κουβαρίστρες, καρφίτσες και δαχτυλήθρες όταν μπορεί να αγοράσει φτηνή και έτοιμη μόδα; «Το βιομηχανικό πατρόν αντιμετωπίζει το σώμα με βάση τις διαστάσεις 90-60-90. Από αυτές δημιουργείται ένα νούμερο και αναλογικά όλα τα μικρότερα ή μεγαλύτερα στα οποία θα μπουν μια πιο αδύνατη ή εύσωμη, κάποια με διαφορετικό σώμα. Συνεπώς, αν δε μιλάμε για κάτι πάρα πολύ φαρδύ σαν κόψιμο, είναι δύσκολο να πας σε ένα μαγαζί και να βρεις κάτι να σου στρώνει τέλεια αφού δεν θα ακολουθεί το σώμα σου. Όλοι μας ντυνόμαστε καθημερινά και το μόνο σίγουρο είναι πως οποιαδήποτε τέχνη και αν διδαχθεί κανείς με κάποιο τρόπο θα του φανεί χρήσιμη». Εκτός όμως από το να κατασκευάζεις ρούχα για σένα, για τους αγαπημένους σου, από τη δυνατότητα να τα εμπορευθείς ή απλώς να εκφράσεις ιδέες και την προσωπικότητά σου πάνω στα υφάσματα, σε τι άλλο μπορεί να χρησιμεύσουν τέτοιου είδους μαθήματα; «Αυτό που δεν πρέπει να ξεχνάμε είναι πως πλέον υπερκαταναλώνουμε μόδα . Ένα τζιν που χρειάζεται πολύ κόπο και μια καλή μπογιά για να βαφτεί δε γίνεται να κοστίζει μόνο 15 ευρώ παρά μόνο όταν οι άνθρωποι που εργάζονται γι’ αυτό παίρνουν μισθούς πείνας και τα υλικά είναι ανθυγιεινά, μη ποιοτικά. Χρειαζόμαστε όμως όντως εκατό μπλουζάκια; Σίγουρα δε μπορούμε να φτιάχνουμε όλα τα ρούχα μόνοι μας, ωστόσο αν γνωρίζουμε τον τρόπο μπαίνουμε σε μια διαδικασία να καταλάβουμε τον κόπο που απαιτείται και το πραγματικό κόστος του προϊόντος που βρίσκουμε έτοιμο με αποτέλεσμα να γινόμαστε συνειδητοποιημένοι καταναλωτές».
Η ενασχόληση με τον σχεδιασμό ρούχων δεν περιλαμβάνει αποκλειστικά ξεφύλλισμα της Vogue, δε μας βοηθάει να φτιάξουμε μόνο μια κυκλική φούστα ή ένα πουκάμισο που θα ακολουθεί το σώμα μας, αλλά συχνά μας τροφοδοτεί με trivia για κουλτούρες άλλων εποχών, τάσεις που επιστρέφουν στις ντουλάπες μας και βιομηχανικές επαναστάσεις που ενδεχομένως αγνοούμε. «Πριν το ΄70 η ποιότητα των ρούχων ήταν ανώτερη όσον αφορά τα υφάσματα αφού τότε μπήκε στην ζωή μας το συνθετικό που ήταν οικονομικό, σιδερωνόταν και βαφόταν πιο εύκολα. Για τα έντονα λοιπόν μοτίβα και χρώματα της εποχής δεν ευθύνονται μόνο τα “παιδιά των λουλουδιών” αλλά οι δυνατότητες που έδιναν τα νέα υλικά. Επίσης, κάτι που συχνά δεν παρατηρούμε είναι πως τα κουμπιά παλαιότερα μπορεί να ήταν κοκάλινα, από φίλντισι, από ακριβά υλικά σε αντίθεση με σήμερα που είναι όλα πλαστικά. Δεν είναι λίγες εκείνες οι φορές που αγοράζουμε ένα μεταχειρισμένο ρούχο με μόλις 2 ευρώ ενώ μόνο τα κουμπιά που έχει πάνω είναι αξίας 20 ευρώ. Γιατί να μην έχουμε λοιπόν τη δυνατότητα να διακρίνουμε ένα καλό σε ποιότητα ρούχο; Όπως διαβάζουμε άρθρα για να βελτιώσουμε τη διατροφή μας, έτσι, καλό θα ήταν να γνωρίζουμε τι είναι αυτό ακριβώς που φοράμε;».
To Theia Lab βρίσκεται Θερμοπυλών και Παραμυθίας, στον Κεραμεικό